γέρως

γέρως
γέρας
gift of honour
neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ГЕРЕНИЯ —    • Gerenĭa,          по определению Э. Курциуса, н. Зарната в Мессении, впоследствии принадлежала к Лаконии; здесь родился Нестор или бежал сюда в то время, когда Геракл разрушил Пилос; от того название Γερήνιος ι̉ππότα Νέστωρ и Γερήνιος ου̃ρος …   Реальный словарь классических древностей

  • γεροία — γεροῑα, τα (Α) διηγήσεις ή άσματα τού παλιού καιρού. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. γεροία (πιθ. να πρέπει να αναγνωριστεί Fεροῑα) προέρχεται από ένα κύριο όνομα Γέρως (< γέρων), ως υστερογενής ονοματικός σχηματισμός κατά τα επίθετα σε οιος …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”